διατεθειμένα

διατεθειμένα
διατίθημι
arrange
perf part mp neut nom/voc/acc pl
διατεθειμένᾱ , διατίθημι
arrange
perf part mp fem nom/voc/acc dual
διατεθειμένᾱ , διατίθημι
arrange
perf part mp fem nom/voc sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ευδορίνη — (eudorina). Γένος μαστιγωτών πρωτόζωων της οικογένειας, των ευδορινιδών. Το κοινόβιό τους περιλαμβάνει 32 κύτταρα, διατεθειμένα σε ορισμένη τάξη. Γενικά οι ευδορινίδες σχηματίζουν αποικίες από κύτταρα, που προέρχονται από τη διαίρεση του ίδιου… …   Dictionary of Greek

  • διατεθειμέναι — διατίθημι arrange perf part mp fem nom/voc pl διατεθειμένᾱͅ , διατίθημι arrange perf part mp fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”